Ο Νομός Έβρου βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο της Ελλάδας, στο φυσικό σύνορο της χώρας με την Βουλγαρία στα βόρεια και την Τουρκία στα ανατολικά, αποτελεί δε το ένα από τα τρία τριεθνή σημεία που υπάρχουν στην Ελλάδα. Δυτικά συνορεύει με τον Νομό Ροδόπης, η πρόσβαση στον οποίον γίνεται μέσω της Εγνατίας Οδού και στα νότια βρέχεται από το Θρακικό πέλαγο.
Χιλιομετρικά αποτελεί τον πλέον απομακρυσμένο νομό από την Αθήνα καθώς η πρωτεύουσα του νομού, Αλεξανδρούπολη απέχει 840 χλμ. από αυτήν, 340 χλμ. από την Θεσσαλονίκη, 295 χλμ. από την Κωνσταντινούπολη και 60 χλμ. από την Κομοτηνή, που αποτελεί την έδρα της περιφέρειας ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης. Ονομάστηκε Νομός Έβρου από τον ομώνυμο ποταμό, τον μεγαλύτερο των Βαλκανίων, που διασχίζει το βορειοανατολικό άκρο της Ελλάδας στα σύνορα. Είναι το φυσικό σύνορο της Ελλάδας με τις γειτονικές της χώρες Τουρκία και Βουλγαρία.Ως μέρος της δυτικής Θράκης, η επικράτεια του νομού Έβρου ακολουθεί την μοίρα ολόκληρης της δυτικής Θράκης. Το 1821, περιοχές του Έβρου επαναστάτησαν, όπως τα Λάβαρα και η Σαμοθράκη. Ωστόσο η ενσωμάτωση στην Ελλάδα δεν ήρθε παρά μόνο το 1920, όταν η Βουλγαρία υποχρεώθηκε να παραδώσει την Θράκη στην Ελλάδα, σύμφωνα με την συνθήκη του Νεϊγί-συρ-Σεν. Αρχικά ήταν μέρος του νομού Θράκης αλλά ο νομός διαιρέθηκε το 1930 στους σημερινούς νομούς Ξάνθης, Ροδόπης και Έβρου. Κατά τη διάρκεια του ελληνοτουρκικού πολέμου του 1919-1922, στον Έβρο κατέφθασαν πολλοί πρόσφυγες και χτίστηκαν νέες πόλεις όπως η Ορεστιάδα. Η κοιλάδα του ποταμού Έβρου έχει πλημμυρίσει αρκετές φορές, ιδιαίτερα τα έτη 1997, 2005 και 2006.
Ο Έβρος είναι ένας από τους μεγαλύτερους νομούς της Ελλάδας. Αποτελεί μέρος του γεωγραφικού διαμερίσματος Θράκης (δυτική Θράκη), και περιλαμβάνει τη νήσο Σαμοθράκη στο βόρειο Αιγαίο. Ο νομός έχει μήκος περίπου 150 χιλιόμετρα από βορρά προς νότο (εξαιρουμένης της Σαμοθράκης). Το πλάτος του νομού κυμαίνεται από 70 έως 100 χιλιόμετρα από ανατολή προς δύση. Οι σημαντικότεροι ποταμοί είναι ο Έβρος και ο παραπόταμός του, Άρδας. Η οροσειρά Ροδόπη καλύπτει τα δυτικά και βορειοδυτικά του νομού. Στα νότια ο νομός βρέχεται από το Αιγαίο πέλαγος. Η κοιλάδα του Έβρου είναι επίπεδη, ωστόσο η νήσος Σαμοθράκη είναι ορεινή. Τα παραλιακά τμήματα του νομού έχουν κυρίως μεσογειακό κλίμα, ενώ τα βορειότερα τμήματα και τα ορεινά έχουν ψυχρότερο ηπειρωτικό κλίμα.
Ο Έβρος είναι ένας νομός πεδινός αφού μόνο το 10,3% είναι ορεινοί όγκοι, έναντι των εκτεταμένων πεδιάδων που καταλαμβάνουν το 62,4% της έκτασης του, μεγάλο μέρος των οποίων καλλιεργείται. Στην καλλιέργεια συμβάλλει η ύπαρξη του ποταμού Έβρου, των παραποτάμων του και πλήθος αρδευτικών καναλιών. Στην περιφέρεια του νομού και κυρίως στα χωριά, κύρια ενασχόληση των κατοίκων είναι η καλλιέργεια γης και η παραγωγή αγροτικών προϊόντων, ατομικά και συλλογικά μέσω των τοπικών συνεταιρισμών. Οι αγρότες της περιοχής καλλιεργούν κυρίως βαμβάκι, σιτάρι και τεύτλα. Η κτηνοτροφία αποτελεί τη δεύτερη σε σπουδαιότητα απασχόληση των κατοίκων της περιφέρειας του νομού, εντούτοις υπάρχει μεγάλη πτώση στον τομέα. Παλιότερα ο Έβρος είχε το μεγαλύτερο ποσοστό στην παραγωγή κρέατος στην Ελλάδα. Σήμερα ο τριτογενής τομέας παραγωγής αυξάνει συνεχώς τα ποσοστά του έναντι της πρωτογενούς παραγωγής. Έτσι όλο και μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού και κυρίως νέοι στρέφονται στην παροχή υπηρεσιών. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται τουριστική ανάπτυξη στον νομό. Στα παράλια του κατασκευάζονται συνεχώς νέες υπερπολυτελείς ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις αυξάνοντας την δυνατότητα φιλοξενίας στην Αλεξανδρούπολη σε αριθμό κλινών και σε ποιότητα παρεχόμενων υπηρεσιών. Γύρω από τις περιοχές που βρίσκονται οι δύο προστατευόμενες περιοχές, το δάσος της Δαδιάς και ο υγροβιότοπος του ποταμού Έβρου, δημιουργούνται μονάδες αγροτουρισμού και οικοτουριστικά κέντρα. Στην περιοχή του ποταμού Άρδα κάθε χρόνο διοργανώνεται συνάντηση νέων.
Τα πιο σημαντικά αξιοθέατα του νομού είναι: Ιερός Ναός Παναγίας Κοσμοσώτειρας Φερών. Ο ναός αποτελούσε το καθολικό της μονής Θεοτόκου της Κοσμοσώτειρας, που ιδρύθηκε το 1152 από τον Ισαάκιο Κομνηνό στην τοποθεσία Βήρα (πρόκειται για τις σημερινές Φέρες Έβρου), κοντά στο δέλτα του Έβρου. Θεωρείται ένα από το καλύτερα δείγματα της κωνσταντινουπολίτικης τέχνης στον ελλαδικό χώρο. Η Σαμοθράκη με το Ιερό των Μεγάλων Θεών και το Αρχαιολογικό Μουσείο της. Το Δέλτα του Έβρου Ο Φάρος της Αλεξανδρούπολης Οι μεταβυζαντινοί ναοί στα χωριά Αλεποχώρι (Ναός Αγίου Αθανασίου), Μεταξάδες (Ναός Αγίου Αθανασίου) και Παλιούρι (Ναός Αγίου Παντελεήμονα) Η αρχαία Μεσημβρία-Ζώνη Το προστατευόμενο Δάσος της Δαδιάς Το απολιθωμένο δάσος του Φυλακτού Η σπηλιά του Κύκλωπα Πολύφημου στη Μάκρη Ο τύμβος Μικρής Δοξιπάρας - Ζώνης: Ρωμαϊκός Τύμβος ο οποίος χρονολογείται από το 2ο αιώνα Η διαδρομή από το Σουφλί προς δυσμάς, έως τα σύνορα με το νομό Ροδόπης μέσα από το δάσος Δαδιάς Το Διδυμότειχο με το Βυζαντινό Κάστρο του, τις στοές, αλλά και τα οθωμανικά του κτήρια όπως: το Τέμενος Βαγιαζήτ, τα Λουτρά του Έρωτα και την Πυροστιά. Τα δυο σπήλαια του Διδυμοτείχου: το Σπήλαιο Καγιάλι και το Σπήλαιο Βούβα Ο διπλός πύργος στο Πύθιο Τα ιαματικά λουτρά Τραιανούπολης Το κάστρο Άβαντα-Ποτάμου Το Εθνολογικό Μουσείο Θράκης στην Αλεξανδρούπολη Το Μουσείο Μετάξης στο Σουφλί και τα παραδοσιακά του σπίτια Η νησίδα Ζουράφα ή Λαδόξερα με το φάρο Τα πομακοχώρια Γονικό και Ρούσσα με την υπέροχη παραδοσιακή αρχιτεκτονική, το Μεγαλιθικό μνημείο Ρούσσας και τον μοναδικό εν λειτουργία Αλεβίτικος τεκέ και σημαντικό θρησκευτικό αξιοθέατο Τεκέ Σεγίτ Αλή Σουλτάν.
Ζωναράδικος. Μεικτός χορός, από άντρες και γυναίκες, εντυπωσιακός, με μεγάλη διάδοση σ’ όλη τη Θράκη. Οφείλει την ονομασία του στο γεγονός ότι οι χορευτές πιάνονται ο ένας από τον άλλο από τα ζωνάρια. Χορεύεται κυκλικά. Μπροστά μπαίνουν οι άντρες και ακολουθούν οι γυναίκες. Σύμφωνα με τα ήθη παλαιότερα, ο τελευταίος άντρας για να πιαστεί με την πρώτη χορεύτρια του γυναικείου κύκλου και ν’ αποτελέσουν από κοινού έναν κύκλο, έπρεπε απαραίτητα να είχαν συγγενική σχέση μεταξύ τους. Η συνήθεια αυτή ίσχυε για το σύνολο των κυκλικών χορών, ιδιαίτερα στην περιφέρεια του Διδυμότειχου. Συγκαθιστός. Ιδιαίτερα σημαντικός χορός, από άντρες και γυναίκες. Χορεύεται στους γάμους, όταν πηγαίνουν να πάρουν τη νύφη, επίσης σε πανηγύρια και άλλα γλέντια. Την ονομασία του οφείλει στο ότι το βήμα του χορευτή ημικάθεται μια στο δεξιό και μια στο αριστερό πόδι. Οι συγκαθιστοί σκοποί είναι πολλοί σε κλίμακες, τρόπους και αρχιτεκτονική μελωδιών. Χορεύονται κατά ζεύγη αντικριστά με μεγάλη ποικιλία χορευτικών σχημάτων και συνοδεύονται από ενθουσιώδη επιφωνήματα. Χασάπικος Πολιτικός ή Μακελάρης. θεωρείται πολεμικός χορός. Τη σημερινή ονομασία του έλαβε, επειδή ήταν ο χορός που συνηθιζόταν ιδιαίτερα από τη συντεχνία των μακελάρηδων (των χασάπηδων). Ο χορός αποτελείται από δυο μέρη, αργό και γρήγορο, που έχουν διάφορες ονομασίες: βαρύ χασάπικο, χασαπιά κ.ά. Αντικριστός ή Καρσιλαμάς. Χορός με μεγάλη διάδοση (καρσί = αντίκρυ). Συνηθίζεται ιδιαίτερα στις γαμήλιες τελετές και διασκεδάσεις. Στην παραδοσιακή εκτέλεση του χορού, οι γυναίκες κρατούν μαντήλι από δυο διαγώνιες άκρες, με τεντωμένα ή λυγισμένα τα χέρια στους αγκώνες και κινούν τα χέρια δεξιά-αριστερά ή περιστρέφουν το μαντήλι κυκλικά στη μια κατεύθυνση, ώσπου να διπλωθεί» μετά αυτό ξεδιπλώνεται στην αντίθετη κίνηση. Μαντηλάτος. Χορός αντικριστός, συνήθως από έναν άντρα και μια γυναίκα. Οφείλει την ονομασία του στο μαντήλι που κρατούν οι χορευτές. Συνηθιζόταν ιδιαίτερα στους γάμους, στο δρόμο, όταν πήγαιναν να πάρουν τη νύφη ή τον κουμπάρο για την εκκλησία. Ταπεινός. Χορός γαμήλιος, γυναικείος, απλός και αργός, με μικρά βήματα, ο πρώτος μετά τη στέψη, με τη νύφη στην κορυφή του χορού. Κουσευτός. Χορός που ονομάστηκε έτσι, επειδή τα βήματά του είναι τρεχάτα (κουσεύω = τρέχω). Χορός της παλαίστρας. Συνηθιζόταν σε γάμους και πανηγύρια, όπου απαραίτητο στοιχείο ήταν το αγώνισμα πάλης, πολλές φορές από επαγγελματίες παλαιστές. Οι σκοποί της παλαίστρας είναι πολλοί και καθένας αποτελείται από τρία μελωδικά και ρυθμικά μέρη. Το πρώτο, σε αργό ρυθμό, παίζεται στην έναρξη, το δεύτερο, σε πιο γρήγορο ρυθμό, όταν το αγώνισμα βρίσκεται στο αποκορύφωμα του και το τρίτο μέρος, σε ακόμη πιο γρήγορο και ελεύθερο ρυθμό, παίζεται όταν η πάλη φτάνει προς το τέλος και ο νικητής αρχίζει πλέον να ξεχωρίζει καθαρά. Γίκνα. Γαμήλιος χορός της περιοχής Ορεστιάδας. Την ονομασία του οφείλει στο χρώμα (κνα) που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες .για το βάψιμο των νυχιών τους. Κουτσός. Χορός επίσης της περιοχής Ορεστιάδας, από άντρες και γυναίκες. Τριπάτης. Μεικτός χορός της περιοχής Ορεστιάδας και αυτός. Σούστα. Μεικτός χορός της περιοχής Διδυμοτείχου. Το όνομά του οφείλει στο σουστάρισμα (λύγισμα) των ποδιών. Ζεϊμπέκικος. Αργός χορός, παρόμοιος με αντικριστό καρσιλαμά, θεωρείται χορός πολεμικής καταγωγής και χορεύεται από δύο άτομα. Οι κινήσεις γίνονται σε νοερό κύκλο. Έχει αργό και γρήγορο μέρος, χωρίς τυποποιημένα βήματα, τα οποία κατά περίσταση δίνουν στο χορευτή τη δυνατότητα να εξωτερικεύσει τα συναισθήματά του. Λαγίσιος ή Λαγίτικος. Μιμητικός και σκωπτικός χορός, που παριστάνει το κυνήγι του λαγού. Είναι κυκλικός και χορευόταν παλαιότερα στα βραδινά γλέντια του γάμου, για να δημιουργήσει ευθυμία και χαλάρωση στην υπερένταση της ημέρας. Πώς το τρίβουν το πιπέρι. Μιμητικός αντρικός χορός, πολύωρος. Στα λόγια που τραγουδούν οι χορευτές προσπαθούν να μιμηθούν τις αντίστοιχες κινήσεις υποθετικού τριψήματος πιπεριού με τα μέλη του σώματος (αγκώνα, γόνατα, μύτη κλπ.). Χορός του μαχαιριού ή Αράπικος. Χορός από δυο άντρες, που κρατούν μαχαίρια και ο ένας προσπαθεί να το ακουμπήσει στο στήθος του άλλου, οπότε αυτός πέφτει κάτω προσποιούμενος τον νεκρό και ο νικητής χορεύει γύρω του θριαμβευτικά. (Πβ. Ξενοφώντα, Κόρου Άνάβασις, Βιβλίο Στ’, κεφ. 1, 5-6: Έπεί δε σπονδαί τε εγένοντο καί έπαιάνισαν, άνέστησαν πρώτον μεν θράκες καί προς αύλόν ώρχήσαντο συν τοις όπλοις καί ήλλοντο υψηλά τε καί κούφως καί ταις μαχαίραις έχρώντο τέλος δε ό έτερος τον έτερον παίει, ως πάσιν έδόκει πεπληγέναι τον άνδρα ο δ’ έπεσεν τεχνικώς πως -Αφού και το συμπόσιο έγινε και έπαιξαν τον παιάνα, σηκώθηκαν πρώτα – πρώτα θράκες και σύμφωνα με τη μουσική χόρεψαν ένοπλοι και αναπηδούσαν ψηλά και ανάλαφρα και τα μαχαίρια χρησιμοποιούσαν. Στο τέλος ο ένας χορευτής χτύπησε τον άλλον, όπως σε όλους φάνηκε, και αυτός έπεσε στο έδαφος με κάποια τέχνη).