Η Νίσυρος είναι νησί του νότιου Αιγαίου και ένα από τα Δωδεκάνησα. Ανήκει στην ομάδα των αρχαίων Νοτίων Σποράδων, και βρίσκεται βορειοδυτικά της Ρόδου, ανάμεσα στην Κω, την Τήλο και την Αστυπάλαια. Ο πληθυσμός της το 1950 αριθμούσε 2.516 κατοίκους. Πρωτεύουσα του νησιού είναι το Μανδράκι.
Κατά τους Περσικούς πολέμους η Νίσυρος μαζί με την Κάλυμνο και την Κω υπάγονταν στο Βασίλειο της Αλικαρνασσού υπό την Αρτεμισία. Στη συνέχεια ακολούθησε την τύχη των υπολοίπων πέριξ αυτής νήσων. Φαίνεται ότι άποικοι από το νησί ίδρυσαν τη Νίσυρο στην Καρία της Μικράς Ασίας. Καταλήφθηκε από τους Ιταλούς το 1912, οι οποίοι εξουσίαζαν το νησί μέχρι την προσάρτησή της στην Ελλάδα το 1948. Το όνομα Νίσυρος είναι προϊστορικό. Στα κείμενα των Χιττιτών η χώρα των Ασσυρίων καταγράφεται ως Νισσυρίγια, πράγμα που ενδεχομένως παραπέμπει σε κατοίκους του νησιού που προήλθαν ως έποικοι από εκεί
Το πανηγύρι της Παναγιάς της Σπηλιανής το Δεκαπενταύγουστο είναι το πιο γνωστό έθιμο του νησιού. Στην ακολουθία του Εσπερινού ψάλλεται στο τέλος ένα μοιρολόι που θυμίζει Μ.Εβδομάδα και τη Μ.Παρασκευή. Οι Νισύριοι έχουν συνθέσει δικά τους εγκώμια για τη γιορτή. Μετά την ακολουθία του Εσπερινού προσφέρεται νηστήσιμο δείπνο και παραδοσιακοί λουκουμάδες. Κατά την ακολουθία του Όρθρου γίνεται το κόλλυβο της Παναγίας με τη συνοδεία μοιρολογιών από τις εννιαμερίτισσες, οι οποίες έχουν φέρει και τα υλικά για το κόλλυβο. Οι εννιαμερίτισσες είναι γυναίκες που έχουν κάνει τάμα να περάσουν 9 μερόνυχτα προσευχής στα κελιά της μονής, προσφέροντας διάφορες εργασίες για την καθαριότητα και την προετοιμασία του μοναστηριού κατά τη διάρκεια του πανηγυριού. Μετά το τέλος της λειτουργίας το κόλλυβο μεταφέρεται μαζί με την εικόνα της Παναγίας και με τη συνοδεία της πομπής των πανηγυριωτών από το Ηγουμενείο στην τραπεζαρία της μονής, όπου παρατίθεται πάνδημο γεύμα. Μετά το τέλος του γεύματος κάθε προσκυνητής ασπάζεται τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, δέχεται από τον ιερέα κόλλυβα και αφήνει τον οβολό του για την αντιμετώπιση των εξόδων του γεύματος.